θριγκόν

θριγκόν
θριγκός
topmost course of stones in a wall
masc acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • κεραμίς — η (Α κεραμίς, ίδος και ῑδος) [κέραμος] νεοελλ. αρχιτ. «κεραμίς ηγεμών» ή «κέραμος ηγεμών» κέραμος τής στέγης που βρίσκεται ορθή πάνω στο γείσο, αλλ. ηγεμόνας αρχ. 1. καθετί που έχει κατασκευαστεί από κεραμίτιδα γη, δηλ. από πηλό, όπως λ.χ. το… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”